Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Αγριόχοιρος

Αγριόχοιρος - Sus scrofa
Γνωρίσματα Μοιάζει με τον οικόσιτο χοίρο αλλά φέρει γριζόμαυρο τρίχωμα. Τα αρσενικά υπερέχουν σε μέγεθος και βάρος έναντι των θηλυκών. Εχει σώμα ογκώδες και συμπαγές κεφάλι επίμηκες που απολήγει σε ρύγχος. Στο πάνω μέρος και στο μέσο του ρύγχους σχηματίζεται μικρή κύρτωση, η οποία αυξάνει με την ηλικία του ζώου. Εχει αυτιά μεγάλα και όρθια, μάτια μικρά καφέ χρώματος, σκέλη κοντά και ισχυρά. Η ουρά είναι μετρίου μεγέθους και στο άκρο της σχηματίζεται μία τούφα από μακριές τρίχες. Τα άκρα των δακτύλων καλύπτονται από οπλές. Στο αρσενικό τα πάνω δόντια εξέχουν.



Ενδιαίτημα: Προυπόθεση για να είναι ένα ενδιαίτημα κατάλληλο για τον αγριόχοιρο είναι η ύπαρξη άφθονου νερού και λασπόλουτρων, τα οποία τα χρειάζεται για να προστατεύεται από τα εξωπαράσιτα.
Συνήθειες Ο αγριόχοιρος είναι ζώο κοινωνικό και ζει σε πολύ καλά οργανωμένες και αυστηρά ιεραρχημένες κοινωνίες, τα κοπάδια, οι οποίες είναι τυπικές κοινωνίες μητριαρχικού τύπου. Τα κοπάδια αυτά συγκροτούνται από 1 έως 5- 6 ώριμες θηλυκές (συνήθως συγγενείς) ακολουθούμενες από τα μικρά τους και τα θηλυκά της προηγούμενης αναπαραγωγικής περιόδου που δεν έχουν ακόμα τεκνοποιήσει. Το μέγεθος του κοπαδιού ποικίλει. Μπορεί να είναι μια θηλυκιά με τα μικρά της δηλαδή 5 6 συνολικά, αλλά μπορεί να είναι 6 - 7 θηλυκές με τα παιδιά τους δηλαδή 40 - 50 ζώα συνολικά. Η γηραιότερη και πιο έμπειρη θηλυκιά είναι η αρχηγός του κοπαδιού, η οποία μεριμνά για την ασφάλεια και την εύρεση τροφής. Είναι το ζώο που βρίσκεται επί κεφαλής του κοπαδιού, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις κινδύνου. Αυτή επιλέγει τις θέσεις για το γιατάκι, καθορίζει τις διόδους διαφυγής, τη χρονική διάρκεια της ανάπαυσης, τους τόπους της βοσκής, κλπ. Τα αρσενικά σε ηλικία 9 10 μηνών εκδιώκοντα, πολλές φορές και βίαια, από το κοπάδι και ζούν το υπόλοιπο της ζωής τους μοναχικά (μονιάδες).
Ο αγριόχοιρος συνήθως βόσκει τη νύχτα και αναπαύεται στο γιατάκι του την ημέρα. Σε περιπτώσεις όμως που νιώθει ασφάλεια και ησυχία δραστηροποιείται και την ημέρα. Επίσης όταν τα γουρουνάκια είναι ακόμη πολύ μικρά και δεν μπορούν να βαδίζουν πολλές ώρες συνεχώς, το κοπάδι δραστηριοποιείται όλο το 24ωρο με ενδιάμεσες 2ωρες αναπαύσεις.
Είναι ζώο πολύ κινητικό. Κινείται πολύ γρήγορα με έναν χαρακτηριστικό τροχασμό που μοιάζει με έναν βιαστικό ταξιδιώτη. Κολυμπά επίσης εξίσου καλά. Για να βρεί την τροφή του και ήσυχα μέρη για να γιατακιάσει μπορεί να διανύσει πολλά χιλιόμετρα. Ο ζωτικός χώρος μέσα στον οποίο κινείται ένα μικρό κοπάδι (μια μητέρα με τα παιδιά της) κυμαίνεται μεταξύ 20.000 - 50.000 στρεμάτων. Μία από τις χαρακτηριστικές συνήθειες του αγριόχοιρου, είναι το κύλισμα στη λάσπη. Με τα λασπόλουτρα απαλλάσεται από τα παράσιτα και εμπλουτίζει το δέρμα του με ορυκτά άλατα που περιέχονται στη λάσπη. Μετά το λασπόλουτρα πηγαίνει σε κοντινούς κορμούς δέντρων και τρίβεται αφήνοντας ορατά σημάδια. Παράλληλα αποφλειώνει με τους κυνόδοντές του κορμούς δέντρων με σκοπό τη σήμανση της επικράτειάς του.
Αναπαραγωγή Είναι είδος πολυγαμικό. Ο οίστρος του δεν παρουσιάζει ετήσια περιοδικότητα, αλλά εμφανίζεται περισσότερες από μια φορά το χρόνο. Ο κύκλος αυτός έχει περίοδο 21 ημέρες, από τις οποίες μόνο οι 2 είναι "γόνιμες". Αυτός ο κύκλος διακόπτεται όταν το ζώο κυοφορεί, όταν βρίσκεται σε γαλουχία και στη διάρκεια του καλοκαιριού (Ιούνιος - Αύγουστος). Ανάλογα λοιπόν με τις συνθήκες του περιβάλλοντος και κυρίως με την διαθεσιμότητα της τροφής, μπορεί να ζευγαρώσει από τον Οκτώβριο μέχρι τον Μάιο και να γεννήσει από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Σεπτέμβριο.
Μετά τον θερινό άνοιστρο, οι κυρίαρχες θηλυκές αρχηγοί, κρίνοντας από την διαθεσιμότητα της τροφής, έρχονται σε οίστρο και συμπαρασύρουν και τις υπόλοιπες και ιδιαίτερα τις πρωτάρες. Πολύ σημαντικό στοιχείο στην αναπαραγωγή του αγριόχοιρου είναι το ότι οι πρωτάρες αν δεν παρασυρθούν από έμπειρες θηλυκές δεν έρχονται ποτέ σε οίστρο και παραμένουν στείρες εφόρου ζωής. Τις ημέρες ποθ αρχίζει ο οίστρος του κοπαδιού οι θηλυκές σημαδεύουν τον ζωτικό τους χώρο με οσμές που αφήνουν τρίβοντας τους αδένες τους στα δέντρα, στο έδαφος κ.α. για να προσελκύσουν κάποιον κάπρο της περιοχής. Πολλοί κάπροι θα πλησιάσουν αλλά, μετά από αιματηρές μάχες μεταξύ τους, ένας θα καταφέρει να φθάσει στο κοπάδι και αφού τον εγκρίνει η αρχηγός θα ζευγαρώσει διαδοχικά με όλες.
Η κυοφορία διαρκεί 115 ημέρες (3 μήνες, 3 βδομάδες και 3 μέρες). Οσο πιο μεγάλο είναι το ζώο τόσα πιο πολλά έμβρυα θα φέρει. Συνήθως γεννά από 2 έως 8 νεογνά. Αναπαραγωγική διαδικασία ήδη από 8 μηνών, ενώ μια άλλη μόλις στα 2 της χρόνια.
Γενικά ισχύει:
•Στα θηλυκά ηλικίας μικρότερης του ενός έτους κυοφορεί το 1 στα 3.
•Στα θηλυκά μεταξύ 1 και 2 ετών κυοφορεί το 80
•Στα θηλυκά ηλικίας μεγαλύτερης των 2 ετών κυοφορεί το 90
Βέβαια εδώ πρόκειται για μέσους όρους, οπότε κατά τόπους και χρόνους τα παραπάνω ποσοστά μπορεί να αλλάξουν πολύ. Συνοψίζοντας, ο αριθμός των εμβρύων εξαρτάται από το βάρος και την ηλικία της θηλυκιάς και από τη διαθεσιμότητα της τροφής.



Αριθμός κυοφοριών ανά έτος Αφού η περίοδος του οργασμού του αγριόχοιρου είναι 21 ημέρες, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μια θηλυκιά θεωρητικά μπορεί να κυοφορήσει οποιαδήποτε εποχή του χρόνου.
Ας δούμε όμως τι συμβαίνει μεταξύ δύο διαδοχικών ετών:
•Μια θηλυκιά ζευγαρώνει τον Ιανουάριο και είναι έγκυος μέχρι τα τέλη Απριλίου 4 μήνες
•Τον Ιούλιο βρίσκεται σε άνοιστρο λόγω καλοκαιρινής περιόδου 2 μήνες
•Από τον Σεπτέβριο και μετά μπορεί να έρθει η ώρα του του οργασμού δηλ. αρχές Σεπτεμβρίου ή Οκτώβριο εξαρτάται από τη διαθέσιμη τροφή και τις επικρατούσες κλιματικές συνθήκες.
•Το φθινόπωρο και τον χειμώνα κυοφορεί 4 μήνες
•Τον Μάρτιο και τον Απρίλιο βρίσκεται σε γαλουχία 2 μήνες
•Τον Μάιο ξαναμπαίνει σε οργασμό και κυοφορεί μέχρι τον Σεπτέμβριο 4 μήνες
•Τον Σεπτέμβριο και τον Οκτώβριο βρίσκεται σε γαλουχία 2 μήνες
•Από τον Νοέμβριο έως τον Ιανουάριο του τρίτου έτους ξαναμπαίνει σε οίστρο.
Τον πρώτο χρόνο λοιπόν η γουρούνα έκανε μια γέννα και τον δεύτερο δύο. Αυτό βέβαια συμβαίνει υπό την προυπόθεση ότι και στα δύο διαδοχικά χρόνια οι συνθήκες τροφής είναι πολύ καλές, οι καιρικές συνθήκες ήπιες και η ηλικιακή δομή των κοπαδιών πυραμιδοειδής. Πιο σωστό λοιπόν είναι να λέμε ότι ο ώριμος θηλυκός αγριόχοιρος κυοφορεί τρείς φορές στα δύο χρόνια. Τα μικρά γεννιούνται με ανοιχτά μάτια και είναι σε θέση μετά από λίγες ώρες να στέκονται στα πόδια τους. Το τρίχωμά τους είναι κοκκινωπό και κατά μήκος των πλευρών σχηματίζονται επιμήκεις στενές λωρίδες ανοιχτού χρώματος με αποτέλεσμα να δημιουργείται μία τέλεια χρωματική προσαρμογή με το περιβάλλον. Λόγω του ότι το σώμα των μικρών είναι καλυμμένο με αραιό τρίχωμα τις πρώτες μέρες, αυτά απαιτούν ιδιαίτερη φροντίδα.
Αυτή εξασφαλίζεται με τη συνεχή παραμονή τους στη φωλιά και το πλάγιασμα με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι το ένα δίπλα στο άλλο και κοντά στη μητέρα, η οποία κατά τις πρώτες μέρες παραμένει συνεχώς στη φωλιά. Μετά την έβδομη μέρα, η μητέρα και τα μικρά βγαίνουν για λίγο, πάντα όμως διανυκτερεύουν στη φωλιά τους. Μετά τη δεύτερη τρίτη εβδομάδα αρχίζουν την αναζήτηση της τροφής, αν και ο θηλασμός διαρκεί μέχρι 2 - 3 μήνες περίπου. Στην ηλικία των 6 μηνών το χρώμα των μικρών γίνεται καφέ και οι ραβδώσεις ατονούν. Με τη συμπλήρωση του χρόνου αποκτούν το χρωματισμό του ενηλίκου. Κατά την ηλικία αυτή τα άτομα γίνονται ανεξάρτητα. Η σεξουαλική τους ωριμότητα επέρχεται σε ηλικία 9 - 18 μηνών. Αυτή εξαρτάται κυρίως από τη διαθεσιμότητα της τροφής. Σε χρόνια με ευνοικές συνθήκες διατροφής το 50% των θηλυκών ηλικίας κάτω του ενός έτους αναπαράγεται. Σε μέσες συνθήκες το ποσοστό αυτό είναι 10%. Οταν όμως υπάρχει έλλειψη τροφής τα άτομα ηλικίας κάτω του ενός έτους δεν αναπαράγονται. Η θνησιμότητα των νεογνών είναι μεγάλη ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια των πρώτων μηνών της ζωής τους.
Κυριότερες αιτίες θνησιμότητας είναι οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες και οι άρπαγες. Κατά μέσο όρο το ποσοστό θνησιμότητάς τους φτάνει το 40 - 50%. Σε πολύ ευνοικά χρόνια μπορεί να έχουμε δύο γέννες το χρόνο, μία τον Ιανουάριο Φεβρουάριο και μία κατά το δεύτερο μισό του Ιουλίου με αρχές Αυγούστου. Διασταυρώνεται με το οικιακό είδος. Ζεί 15 - 20 χρόνια.
Τροφή: Είδος παμφάγο, προτιμάει καρπούς, ρίζες, μανιτάρια, βολβούς, φρούτα, καρπούς με ιδιαίτερη προτίμηση στα βελανίδια, κάστανα κ.λ.π.. Καταναλώνει επίσης ζωικής προέλευσης τροφή που αποτελείται κυρίως από σκουλήκια, σαλιγκάρια, προνύμφες εντόμων, ερπετά, αμφίβια, τρωκτικά, αβγά εδαφόβιων πουλιών και ψοφίμια.