Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Τσακάλι

Το «χρυσό τσακάλι» (Canis aureus) ή αλλιώς «τσακάλι το κοινό» ανήκει στην οικογένεια των κυνοειδών και σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία έχει το δεύτερο μικρότερο πληθυσμό στην Ελλάδα μετά από αυτόν του λύκου. Αποτελεί ένα μεσαίου μεγέθους σαρκοφάγο, ωστόσο θεωρείται οπορτουνιστικό ζώο στην επιλογή τροφής, με αποτέλεσμα η διατροφή του να είναι εμπλουτισμένη με φυτά και φρούτα. Το χρώμα του είναι γκριζοκίτρινο ή κοκκινωπό, με μαύρες κηλίδες στην πλάτη, κάτι που κυρίως εξαρτάται από την εποχή και την περιοχή στην οποία συναντάται. Η ουρά του είναι περίπου 30 εκ. κοκκινωπή εκτός από την άκρη της, που έχει χαρακτηριστικό μαύρο χρώμα.


Η προέλευσή του παραμένει άγνωστη. Θεωρείται ότι μετακινήθηκε στα νοτιοανατολικά βαλκάνια από τους ασιατικούς πληθυσμούς. Το χρυσό τσακάλι έχει εξάπλωση στη βορειοανατολική Αφρική, στη νοτιοανατολική Ευρώπη, και στη νότια Ασία, με 13 υποείδη να έχουν ταυτοποιηθεί. Παρ΄όλο που συνήθως ομαδοποιείται με τα άλλα 2 είδη τσακαλιών που συνεχίζουν να επιβιώνουν, τα Canis mesomelas και Canis adustus, γενετικοί έλεγχοι έχουν αποδείξει ότι σχετίζεται περισσότερο με άλλα συγγενικά είδη κυνοειδών όπως ο Λύκος (Canis lupus) και το Κογιότ (Canis latrans).
Με μέγεθος σώματος περίπου 60-100 εκατοστά αποτελεί το μικρότερο από τα τρία είδη τσακαλιών, ενώ είναι λίγο μεγαλύτερο από την αλεπού (Vulpes vulpes), που αποτελεί επίσης συγγενικό είδος.




Το τσακάλι και ο άνθρωπος
Αναφορές για τα τσακάλια παρουσιάζονται σε μεγάλο αριθμό παραμυθιών και ιστοριών στην παγκόσμια λογοτεχνία, άλλοτε με καλό και άλλοτε με κακό συμβολισμό. Στη βίβλο αναφέρεται σε διάφορα σημεία και η ύπαρξή του συνδέεται συνήθως με αναφορές για απομονωμένες περιοχές, ενώ υπάρχει ακόμα και αναφορά για τους άπιστους που θα γίνουν τροφή για τα τσακάλια.
Τα τσακάλια είχαν πολύ σημαντικό ρόλο και στην Αρχαία Αίγυπτο. Ο Θεός Ανούβης εμφανίζεται με τη μορφή τσακαλιού, ή άλλοτε με ανθρώπινο σώμα αλλά με κεφάλι τσακαλιού. Ο Ανούβης αποτελούσε τη θεότητα που μετέφερε τους νεκρούς στον κόσμο των νεκρών. Αναφορές υπάρχουν και σε πολλά γραπτά της Ινδίας, ενώ τσακάλια με την ανάπτυξη ενός είδους κεράτου (!) θεωρούνται ότι φέρνουν πολύ τύχη.
Στην ελληνική μυθολογία πιστεύεται ότι ο θεός Ερμής και ο Κέρβερος προέρχονταν από το τσακάλι, ενώ δε λείπουν και οι αναφορές του στη σύγχρονη μυθολογία όπου συνήθως παρομοιάζετε με την πονηριά.
Τα τσακάλια στην σημερινή εποχή συνοδεύουν πολλές ιστορίες του κόσμου της υπαίθρου. Συχνές είναι οι αναφορές στις περιοχές παρουσίας τους, για την ακρόαση του χαρακτηριστικότατου ουρλιαχτού τους, που θυμίζει έντονα το κλάμα μωρού. Αντίθετα, η εντονότατη κρυπτική συμπεριφορά που παρουσιάζει, σε συνδυασμό με το ότι, όπως τα περισσότερα άγρια ζώα, κινείται κυρίως τις νυχτερινές ώρες, έχουν δημιουργήσει ένα μύθο πίσω από τη δυνατότητα εντοπισμού του!
Ζημιές στην κτηνοτροφία και σε καλλιέργειες
Οι αναφορές για ζημιές που έχουν προκληθεί από τσακάλια είναι σπάνιες. Λόγω του οπορτουνιστικού του χαρακτήρα στην επιλογή τροφής αλλά και του μικρού του μεγέθους, πολύ σπάνια θα καταφέρει να επιτεθεί σε κάποιο κτηνοτροφικό ζώο. Κάποιες καταγεγραμμένες περιπτώσεις έχουν να κάνουν με νεογέννητα ή άρρωστα ζώα που έχουν απομακρυνθεί από το κοπάδι. Η ύπαρξη σκύλων φύλαξης λειτουργεί σχεδόν πάντοτε αποτρεπτικά στην πρόκληση τέτοιων ζημιών, ενώ οι όποιες ζημιές προκληθούν, καλύπτονται ασφαλιστικά από τον Οργανισμό Ελληνικών Γεωργικών Ασφαλίσεων. Κάποιες αναφορές υπάρχουν και για ζημιές που έχουν προκληθεί σε καλλιέργειες (π.χ. αμπέλια, οπωροκηπευτικά, κλπ). Ο μικρός αριθμός ζημιών που προκαλεί, αποτελεί μάλλον και το βασικότερο λόγο για τη μη αρνητική του αντιμετώπιση από τους παραγωγούς της ελληνικής υπαίθρου, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα σαρκοφάγα όπως η αρκούδα και ο λύκος.
Μία άλλη κοινωνική ομάδα που ενίοτε έρχεται σε σύγκρουση είναι οι κυνηγοί, κυρίως λόγο της αντίληψης που επικρατεί για την ανταγωνιστική τους σχέση με τα θηράματα, χωρίς όμως αυτό να έχει ποτέ αποδειχτεί επιστημονικά.
Βιότοπος και τροφικές συνήθειες
Ως παμφάγο ζώο που είναι, και λόγω της αντοχής του και σε ξερά κλίματα, το τσακάλι μπορεί να εμφανιστεί σε ένα μεγάλο εύρος οικοσυστημάτων από τις ερήμους της βορείου Αφρικής μέχρι και τα τροπικά κλίματα της νοτιοανατολικής Ινδίας.
Στην Ελλάδα, φυσικός βιότοπος του είδους είναι κυρίως περιοχές μικρού υψόμετρου έως 600 μ. με έντονη προτίμηση σε περιοχές με ανθρωπογενή χαρακτήρα. Ωστόσο εμφανίζεται και σε περιοχές με μεγαλύτερο υψόμετρο μέχρι και 1000 μέτρα ενώ σε άλλα μέρη του κόσμου, έχουν παρατηρηθεί τσακάλια μέχρι και σε υψόμετρα 3,800 μέτρων (Αιθιοπία). Στην Ινδία υπάρχουν σταθεροί πληθυσμοί τσακαλιού σε υψόμετρο 2000 μέτρων.
Περιοχές με πυκνή βλάστηση φαίνεται ότι είναι αναγκαίες για τα τσακάλια για λόγους ασφαλούς κάλυψης. Χρησιμοποιεί ως ενδιαίτημα επίσης χαράδρες και υγρότοπους με πυκνή βλάστηση καλαμιώνων ενώ συχνά μπαίνει σε κατοικημένες περιοχές. Ως φωλιές χρησιμεύουν φυσικές τρύπες σε βράχους και κενά ανάμεσα στις ρίζες των δένδρων, ή φωλιές άλλων ζώων όπως είναι οι ασβοί και οι αλεπούδες.
Η διατροφή του τσακαλιού αλλάζει ανάλογα με την εποχή και το οικοσύστημα στο οποίο βρίσκεται. Ωστόσο η προσαρμογή του είναι εύκολη, σαν παμφάγο ζώο που είναι. Τα τσακάλια είναι περιστασιακοί συλλέκτες κάθε είδους τροφής και όχι καθαροί σαρκοφάγοι-θηρευτές. Είναι καταναλωτές τροφών ανθρωπογενούς προέλευσης και τρέφονται με ποικιλία τροφών ζωικού και φυτικού είδους. Λαγοί, ποντικοί, σαύρες, σαλιγκάρια, αμφίβια μικρά ή μεσαίου μεγέθους πουλιά, αυγά, αλλά και καρποί είναι μέσα στο διαιτολόγιό τους. Ακόμη, διερευνούν τροφή ανάμεσα στα σκουπίδια που βρίσκουν γύρω από τα χωριά, καταναλώνουν ψόφια ζώα, υπολείμματα χοιροστασίων, αλλά όταν βρίσκουν ευκαιρία, επιτίθενται και σε κοπάδια αφύλακτων γιδοπροβάτων, προτιμώντας τα μικρότερα ζώα. Παρόλο που συνήθως παρατηρείται να κυνηγάει μόνο του, δεν είναι λίγες οι φορές που θα κυνηγήσει σε συνεργασία με άλλα ζώα, συνήθως κυνηγούν σε ομάδες 2-5 ατόμων, κάτι που αυξάνει σημαντικά το ποσοστό επιτυχίας της θήρευσης.
Σημαντικό του πλεονέκτημα στη επιτυχία θήρευσης αποτελούν οι πολύ ανεπτυγμένες αισθήσεις ακοής και όσφρησης που διαθέτει, κάτι που το βοηθάει στο να μπορεί να εντοπίζει μικρά θηράματα μέσα στη πυκνή βλάστηση.
Κοινωνική Οργάνωση
Το τσακάλι χωρίζεται σε μικρές συνήθως αγέλες (2-5 ατόμων), με το κυρίαρχο ζευγάρι που είναι και το αναπαραγωγικό και τους απογόνους της ίδιας χρονιάς και μερικές φορές των προηγούμενων ετών. Παρόλο που τα τσακάλια φτάνουν σε πλήρη αναπαραγωγική ωρίμανση σε ηλικία 11 μηνών, δεν είναι λίγες οι φορές που θα παραμείνουν κοντά στο κυρίαρχο ζευγάρι με σκοπό να προσφέρουν βοήθεια στη εξεύρεση τροφής και στη φροντίδα των νεογνών. Η περίοδος του οίστρου για τους πληθυσμούς της νοτιοανατολικής Ευρώπης διαρκεί την περίοδο Ιανουάριος-Μάρτιος, με τον Απρίλιο και το Μάιο να φέρνουν στη ζωή τους από 1 μέχρι και 9 νέους απογόνους. Την περίοδο που το θηλυκό κυοφορεί, το αρσενικό με τα υπόλοιπα ζώα της αγέλης θα φροντίσουν για την εξεύρεση τροφής.
Η κάθε αγέλη διατηρεί μία επικράτεια την οποία και περιπολεί, οριοθετεί με διάφορα οσφρητικά και ηχητικά μηνύματα και όποτε χρειάζεται την υπερασπίζεται σθεναρά. Η αλληλοκάλυψη που υπάρχει ανάμεσα στις επικράτειες διαφορετικών αγελών είναι σχετικά μικρή. Τα επιστημονικά στοιχεία, θεωρούνται ακόμα ανεπαρκή για ασφαλή συμπεράσματα, αλλά τα μέχρι στιγμής στοιχεία δείχνουν ότι οι επικράτειες μπορούν να εκτείνονται από 2 μέχρι και 15 km².
Φυσικά, το μέγεθος της αγέλης αλλά και της επικράτειας εξαρτάται πάντα από την ποιότητα του βιοτόπου, καθώς και τη διαθεσιμότητα της τροφής και την κατανομή της στο χώρο.
Εξάπλωση στον κόσμο και στην Ελλάδα
Το τσακάλι είναι ένα ευρύτατα διαδεδομένο κυνοειδές που συναντάται στην Ευρώπη, την Ασία και την Αφρική. Ο πληθυσμός της Ευρώπης εντοπίζεται κυρίως στη βαλκανική χερσόνησο, με αναφορές για ύπαρξη πληθυσμού και στη βορειοανατολική Ιταλία. Σύμφωνα με τα υπάρχοντα στοιχεία η Βουλγαρία διατηρεί και τον υγιέστερο πληθυσμό της Ευρώπης. Στην Αφρική συναντάται στα βόρεια και στα ανατολικά της ηπείρου, ενώ στην Ασία εξαπλώνεται από την Τουρκία, τον Καύκασο και τη μέση Ανατολή, μέχρι την Ινδία, τη Βούρμα και την Ταϊλάνδη
Η χωρική επικράτεια του τσακαλιού στην Ελλάδα εμφανίζεται ασυνεχής, κατακερματισμένη σε τουλάχιστον 7 υπο-περιοχές στο σύνολο της χερσαίας Ελληνικής επικράτειας, Οι περιοχές αυτές είναι η Πελοπόννησος, η Φωκίδα, η Κεντρική Μακεδονία, η Χαλκιδική, ο Νέστος-Βιστονίδα, ο Έβρος και το νησί της Σάμου.
Πληθυσμιακή κατάσταση και οι κίνδυνοι για τη μελλοντική του επιβίωση στην Ελλάδα
Το χρυσό τσακάλι είναι το μοναδικό μεσαίου μεγέθους θηλαστικό που έχει υποστεί τόσο ραγδαία μείωση στην Ελλάδα, τα τελευταία χρόνια. Το τσακάλι κυνηγήθηκε έντονα στη χώρα μας και την περίοδο 1974 – 1980 περίοδος κατά την οποία σε όλη τη χώρα σκοτώθηκαν πάνω από 7.000 άτομα, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία. Ο ελάχιστος πληθυσμός του σύμφωνα με την τελευταία καταγραφή που πραγματοποιήθηκε το 2001, υπολογιζόταν περίπου στα 1000 άτομα (ενήλικα και ανήλικα) χωρισμένα σε 153-170 αγέλες. Οι υγιέστεροι υποπληθυσμοί εμφανίζονται στις περιοχές των δέλτα του Νέστου και του Μόρνου με πυκνότητα μεγαλύτερη από 3 και 1,7 άτομα/χλμ² αντιστοίχως, πυκνότητες που θεωρούνται και από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως.
Η γενικότερη τάση αποξηράνσεων που στις περισσότερες περιοχές της χώρας αποτελεί πλέον μέρος της καταστροφικής «ανάπτυξης» και όλο και πιο συχνά πλέον εγκαταλείπεται, αποστερεί από το είδος, βιοτόπους για τη διατήρηση και αναπαραγωγή του. Η πτωτική τάση των πληθυσμών έχει οδηγήσει σε εξαφάνιση του τσακαλιού από περιοχές στις οποίες εμφανίζονταν μέχρι πρόσφατα . Οι πυρκαγιές, η επέκταση αστικών περιοχών, η χρήση δηλητηριασμένων δολωμάτων αλλά και ο κατακερματισμός των βιοτόπων του από διάνοιξη δρόμων χωρίς υποδομές διευκόλυνσης και αποτροπής της ασυνέχειας των βιοτόπων του, αντιπροσωπεύουν τις κυριότερες αιτίες υποχώρησης του τσακαλιού από την Ελληνική ύπαιθρο. Τα τσακάλια κινδυνεύουν επίσης από τα τροχαία ατυχήματα, και το παράνομο κυνήγι. Μεγάλο μειονέκτημα στη διατήρηση του είδους αποτελεί η έντονη κατανομή του πληθυσμού του σε πολλούς μικρότερους υποπληθυσμούς σε μεγάλο εύρος στη χώρα μας, από τη Μάνη της Πελοποννήσου μέχρι το Σουφλί της Θράκης και της Σάμου, γεγονός που το κάνει περισσότερο ευάλωτο σε φυσικές καταστροφές ενώ δεν επιτρέπει και την ανταλλαγή γενετικού υλικού ανάμεσα στις διαφορετικές ομάδες.
Οικολογική Σημασία
Θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι το είδος είναι «συνεργάτης» και βοηθός της αγροτικής και της κτηνοτροφικής δραστηριότητας στην Ελληνική ύπαιθρο, αφού είναι από τους κυριότερους θηρευτές ζώων που βλάπτουν τις γεωργικές καλλιέργειες, ελέγχει πληθυσμούς τρωκτικών, απομακρύνει νεκρά ζώα μειώνοντας κινδύνους μετάδοσης ασθενειών και σε ορισμένες περιπτώσεις λειτουργεί ως εξυγιαντής κτηνοτροφικών κοπαδιών απομακρύνοντας τα ασθενικά/μειονεκτικά κτηνοτροφικά ζώα.
Υβριδισμός με άλλα είδη
Το τσακάλι μπορεί να διασταυρωθεί με το σκύλο, το λύκο, το κογιότ και τον αυστραλιανό αγριόσκυλο (Canis lupus dingo) παράγοντας γόνιμους απογόνους. Η διασταύρωση σκύλου με τσακάλι θεωρείται ότι μειώνει την γονιμότητα του υβριδίου χωρίς ωστόσο να το κάνει απολύτως στείρο. Στην Ρωσία υπήρξε και η εργαστηριακή διασταύρωση τσακαλιών με σκύλους ράτσας Husky, με σκοπό να συνδυαστούν οι περιβαλλοντικές αντοχές που παρουσιάζουν τα δύο αυτά είδη σε ζέστη και κρύο αντίστοιχα, καθώς και να εκμεταλλευτούν την πολύ καλή όσφρηση του τσακαλιού. Τα υβρίδια που παρήχθησαν, πήραν την ονομασία του εφευρέτη τους Sulimov, και χρησιμοποιούνται με «επιτυχία» στην ασφάλεια του αεροδρομίου Sheremetyevo στη Μόσχα.
Νομοθεσία
Δυστυχώς το τσακάλι σύμφωνα με τη Νομοθεσία της Ελληνικής πολιτείας, περιβάλλεται από αδικαιολόγητη ασάφεια. Ενώ δεν συμπεριλαμβάνεται ούτε στη λίστα των θηρεύσιμων ειδών, δεν συμπεριλαμβάνεται επίσης ούτε στα προστατευόμενα είδη. Μέχρι το 1990 θεωρείται επιβλαβές είδος και μάλιστα μέχρι το 1981 όποιος προσκόμιζε τα πόδια του ζώου ως αποδεικτικό στοιχείο θανάτωσης του ζώου, έπαιρνε αμοιβή από το Δασαρχείο.
Το τσακάλι δεν θεωρείται είδος κατά προτεραιότητα προστασίας για την ΕΕ, αφού περιλαμβάνεται στο παράρτημα V της Οδηγίας 92/43 ΕΟΚ για την διατήρηση των φυσικών οικοτόπων και της άγριας πανίδας και χλωρίδας. Ωστόσο η ραγδαία μείωση του πληθυσμού σε διάφορα μέρη, όπως η Ελλάδα, καθιστά αναγκαία την αναβάθμιση του πλαισίου προστασίας του.. Στο παγκόσμιο Κόκκινο Βιβλίο, βρίσκεται στην κατηγορία «Least Concern» ενώ στο αντίστοιχο ελληνικό βρίσκεται στην κατηγορία «Tρωτά», δηλαδή ως ένα είδος που θα κινδυνεύει με εξαφάνιση στο άμεσο μέλλον.
Το νομοθετικό αυτό κενό, κάνει την ανάγκη λήψης πρωτοβουλιών από τις περιβαλλοντικές ΜΚΟ επιτακτική για την προστασία και τη διατήρηση του είδους αυτού στην Ελλάδα.